Η Κορώνεια μοιάζει με φωλιά που έχτισαν γλυκόλαλα αηδόνια. Μοιάζει με λευκή πινελιά μέσα στην καταπράσινη αγκαλιά του Ελικώνα.

Όλο το χρόνο το χωριό είναι ελκυστικό, όταν είναι μέσα στα σύννεφα της Παλιοβούνας μα και όταν είναι χιονισμένη το χειμώνα σαν ολόλευκη νύφη.

Πανέμορφη την άνοιξη και το καλοκαίρι χάρη στην ομορφιά του φυσικού περιβάλλοντος. Το καλοκαίρι τα πάντα είναι ανθισμένα, τριανταφυλλιές, αγιοκλήματα, γεράνια, γαρυφαλλιές και όλα τα λουλούδια που σκορπούν αρώματα. Και κάπου διακριτικά τα νυχτολούλουδα περιμένουν το γέρμα του ήλιου για να σκορπίσουν και αυτά το μεθυστικό τους άρωμα.

Το βλέμμα αντικρίζει τον κάμπο, πολύχρωμο χαλί, και τα λιόδεντρα να γονατίζουν από το βάρος του ευλογημένου καρπού. Δέντρα παντού. Πανύψηλες βελανιδιές, πλατάνια, πουρνάρια και πολλά νερά, αλλά σε αυλάκια για να ποτίζουν τα περιβόλια και άλλα ανυπότακτα να αναβλύζουν παντού. Στο κεφαλόβρυσο κατεβαίνουν οι νύμφες του Ελικώνα και λούζονται στα κρυσταλλένια νερά όταν πέφτει το δειλινό.

Στον Άγιο Ταξιάρχη τα πουλιά πάνω στα πανύψηλα δέντρα ψάλλουν ύμνους στο Θεό και όταν ο ήλιος ψηλώνει στον ουρανό μπαίνουν και τα τζιτζίκια στη χορωδία χαλώντας τον κόσμο με το μονότονο τραγούδι τους.

Όταν νυχτώνει σειρά έχουν τα νυχτοπούλια όπως η κουκουβάγια, το σύμβολο της Θεάς Αθηνάς, ο Γκιώνης που κράζει τον αδερφό του (όπως τον θέλει ο μύθος). Οι ήχοι της νύχτας πλουτίζουν ακόμα με τα τριζόνια και καμιά φορά με τα γαβγίσματα σκύλων.

Όταν παίρνει να ξημερώσει αρχίζουν το γλυκό κελάηδιμα τους τα αηδόνια πέρα κατά τον Άη Νικήτα.

Η πλατεία της Κορώνειας δεν άλλαξε καθόλου, έτσι όπως ήταν με δύο ταβέρνες και τα παλιά σπίτια γύρω. Η μόνη αλλαγή είναι ότι η πλατεία πλακοστρώθηκε. Επίσης τα στενά δρομάκια στις γειτονιές έχουν κλείσει και έχουν γίνει αυλές.

Συνεχίζω με την Κορώνεια όπως είναι τώρα.  Ενώ οι φυσικές της ομορφιές έχουν παραμείνει όπως τις περιέγραψα, παντού επικρατεί ερημιά. Οι φιλόξενοι Κορωνίτες φύγανε και πήρανε το φυσικό δρόμο της ζωής με το νεκροταφείο να γεμίζει. Τα παιδιά φύγανε στις πόλεις για καλύτερη ζωή και μόνο το καλοκαίρι επιστρέφουν με τις άδειες για να ρουφήξουν τα αρώματα της Κορώνειας η οποία σαν αγνή και αφτιασίδωτη κοπέλα καμαρώνει για τις ομορφιές της και τους περιμένει στην λουλουδιασμένη αγκαλιά της.

Θεία η ώρα του σούρουπου, όλα γαληνεμένα και ήσυχα. Οι λιγοστοί κάτοικοι αναπολούν τα περασμένα και φιλοσοφούν τη ζωή.

Αφού μιλάμε για τις ομορφιές της Κορώνειας πρέπει να αναφερθώ σ’ ένα ιστορικό γεγονός, με κεντρικό ήρωα τον Βαγγέλη Γ. Μπελεσάκο, που σκοτώθηκε στον εμφύλιο, τον χειρότερο πόλεμο.

Πόλεμος σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Πόλεμος για κάθε λόγο, αιτία ή αφορμή. Πόλεμος για τη δόξα, το χρήμα, την εξουσία, τις φυλετικές πολιτικές και τις θρησκευτικές διαφορές. Πόλεμος για μια χούφτα θάλασσα, για λίγα μέτρα γης. Πόλεμος για τον πόλεμο.

Στα βουνά της Μακρακόμης, η μάχη είχε ανάψει για τα καλά. Ένας ανελέητος πόλεμος, αδερφός εναντίον αδερφού χωρίς ιερό σκοπό. Από πληροφορίες μαθαίνουμε ότι ο Βαγγέλης Γ. Μπελεσάκος είχε κυκλωθεί με το τανκ του από τους αντιπάλους και δεν παραδιδόταν. Ανταπέδωσε τα πυρά τραυματισμένος, μέχρι που τελειώσανε. Τότε τον έβγαλαν από το βαρύ του όχημα και τον βασάνισαν μέχρι θανάτου.

Η Κορώνεια δεν είχε μόνο έναν ήρωα τον Βαγγέλη τον Μπελεσάκο. Υπάρχουν πολλοί που θυσιάστηκαν για την πατρίδα και δεν είμαι ικανή να κρίνω γεγονότα και καταστάσεις. Εκείνο που καταλαβαίνω, είναι ότι οι φονιάδες των λαών, αφού κατέστρεψουν τα πάντα σε μια χώρα, σπέρνουν και τον σπόρο του διχασμού και μετά πλένουν τα χέρια τους στο χυμένο αίμα και από τις δύο πλευρές, όπως ο Πόντιος Πιλάτος. Σ’ αυτόν τον ανελέητο πόλεμο δεν υπάρχουν νικητές και νικημένοι παρά μόνο πόνος, φρίκη και αδέρφια σκοτωμένα. Όσο υπάρχουν άνθρωποι, δεν θα τελειώσει ποτέ, Κλείνοντας υποκλίνομαι στους πεσόντες της Κορώνειας με σεβασμό στη μνήμη τους.

Εύχομαι η νέα γενιά της Κορώνειας, να αναδείξει αυτό το όμορφο χωριό και να μην πεθάνει στον καιάδα της λήθης. Η ιστορία της, τα ήθη, τα έθιμα και ο πολιτισμός, που στο χέρι τους είναι να τον κρατήσουν όσο πιο ψηλά μπορούν. Όσα έγραψα πιο πάνω είναι να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι.

Ντίνα Σ. Μήτσου

 

 

Follow us: