Πολλοί Έλληνες και ξένοι μελετητές των εθίμων και των παραδόσεων του ελληνικού λαού καθώς και των δημοτικών μας τραγουδιών και παραμυθιών βρήκαν σε όλα αυτά ένα καταστάλαγμα της σοφίας των αρχαίων Ελλήνων. Γι΄ αυτό αξίζει να ασχοληθούμε λίγο με τον πλούτο του λαϊκού πολιτισμού.

  Από την άλλη μεριά με τα θαύματα της τεχνολογίας και με την πληθώρα γνώσεων που παίρνει ο άνθρωπος από αυτή,  έχει στερηθεί τη χαρά της επικοινωνίας. Έτσι οι σχέσεις με τους συνανθρώπους μας έχουν φτάσει στο σημείο της ψυχρής επαφής. Από εκεί και πέρα οι γύρω μας είναι αδιάφοροι και τους είμαστε αδιάφοροι.

  Θυμόμαστε « άλλους καιρούς» και το περιεχόμενο αυτής της φράσης λέει πολλά που δεν θα τα ακούσουμε ποτέ ξανά. Γιατί αυτοί «οι άλλοι καιροί» έδιναν το χέρι στον ανήμπορο. Σήμερα αντιθέτως ακούγεται η φωνή του παραλυτικού του Ευαγγελίου προς τον Ιησού: «Κύριε άνθρωπον ουκ έχω» και πλανιέται σαν ηχώ γύρω μας για να επιβεβαιώσει με τραγικό τρόπο την αλήθεια και τη μοναξιά μας. 

  Είναι ανάγκη λοιπόν να στραφούμε λίγο στον λαϊκό πολιτισμό για να πατάμε γερά στα πόδια μας και όχι να πετάμε σε ύψη εφήμερα. Τα έθιμα μας, όχι όλα αλλά μερικά από αυτά, ξεκινάνε πριν από 3500 χρόνια περίπου.

  Άξιζε λοιπόν τον κόπο να γράψω για ένα έθιμο που αντέχει από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Πρόκειται για το «σπάσιμο του πιάτου» όταν βγάζουν το νεκρό από το σπίτι. Όπως είναι γνωστό  από την ιστορία, οι αρχαίοι Έλληνες από το 1400 π.Χ έστελναν αποίκους σε μακρινά μέρη. Οι άποικοι  έφευγαν οργανωμένοι από την πόλη-κράτος ύστερα από γιορτές και τελετές με τις οποίες ο λαός κατευόδωνε τα παιδιά του για τη νέα τους πατρίδα.

  Μαζί τους έπαιρναν και το «ιερό πυρ» που άναβαν οι ιερείς σε ειδική τελετή. Έπαιρναν όμως και το οικογενειακό «σύμβολο» που ήταν αλάνθαστο μέσο αναγνώρισης της συγγένειας για όλες τις μελλοντικές γενιές.  Η ιερή τελετή του «συμβόλου» ήταν η εξής: έσπαγαν ένα πήλινο πιάτο στα δύο όπου έγραφαν τα ονόματά τους. Το ένα έμενε στην οικογένεια και το άλλο το έπαιρνε το παιδί που έφευγε για την ξενιτιά.

  Ύστερα από χρόνια, εάν γύριζε ο ίδιος ή ένας απόγονός του, έφερνε μαζί του το ένα κομμάτι του πιάτου. Οι συγγενείς έβαζαν τα κομμάτια μαζί και αν ταίριαζαν οι αρμοί, αποδεικνυόταν η συγγένεια και αγκαλιασμένοι έκλαιγαν από χαρά για τη συνάντηση. 

  Η ίδια τελετή γινόταν και όταν έβγαζαν το νεκρό από το σπίτι. Έσπαγαν ένα πιάτο. Το ένα κομμάτι κρατούσε η οικογένεια με το όνομα του νεκρού και το άλλο το έπαιρνε ο νεκρός στο τάφο. Ο συμβολισμός είναι συγκινητικός και με νόημα, γιατί πίστευαν ότι θα συναντηθούν στην άλλη ζωή και θα ταίριαζαν τα σπασμένα κομμάτια για να αναγνωρισθούν.

  Επομένως το σπάσιμο του πιάτου συμβολίζει πίστη στην αιωνιότητα και τη μέλλουσα ζωή, στην οποία πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες πριν ακόμα διδάξει ο Σωκράτης. Γι΄ αυτό έμεινε το έθιμο ριζωμένο στα κατάβαθα της ψυχής των Ελλήνων, το οποίο τηρούν με θρησκευτική ευλάβεια μέχρι σήμερα. Είναι κρίμα να ερχόμαστε εμείς τώρα να ειρωνευόμαστε τα έθιμα. Πειράζει εάν η παράδοση έχει τη δική της φιλοσοφία, την δική της παρηγοριά και την εκφράζει με τον δικό της τρόπο;  

   Ντίνα Σ. Μήτσου

Follow us: