6  Μαΐου 2019                                                   Κυκλοφορώ και…

 

  • Θεώμαι και φέτος την Ανάσταση του Κυρίου. Με την έννοια του όρου μισή-μισή. Σύμφωνα με το λεξικό, θεώμαι σημαίνει «θεωρώ κάτι μετά θαυμασμού, θαυμάζω, εκπλήσσομαι». Λοιπόν, λέμε ναι στον θαυμασμό, όχι όμως στην έκπληξη. Ζούμε τη Λαμπρή με τον ίδιο τρόπο πάντα, όπως μας μάθανε από μικρά παιδιά, με την όποια πίστη διατηρεί ο καθένας και με όλα τα έθιμα της μεγάλης γιορτής. Οι φετινές εικόνες έγιναν ήδη αναμνήσεις. Προσωπικά – μαζί με όλες τις παιδικές που ποτέ δεν μπορώ να αποφύγω – ανασύρω κάθε χρόνο την ανάμνηση της Δευτέρας του Θωμά, όταν άνοιγε πάλι το σχολείο κι εγώ έλεγα την προσευχή, όπως κάθε μέρα, κάθε χρόνο. Λόγω φωνής και εκφραστικότητας, είχα αναλάβει εργολαβικώς το έργο. Δεν με πείραζε, εννοείται, παιδί του Κατηχητικού ήμουνα τότε…Τη Δευτέρα του Θωμά, λοιπόν, δεν έλεγα το «Πάτερ ημών» ούτε το «Βασιλεύ ουράνιε», έλεγα το «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι…», από το ρήμα θεώμαι. Να τη πάλι η λέξη της αρχής, κλείσαμε. Και του χρόνου!
  • Πλησιάζω το τραπέζι που έχει στηθεί στο προαύλιο της εκκλησίας, γεμάτο γλυκά και αναψυκτικά. Είθισται, στα βαφτίσια, εκτός από το μυστήριο εντός, να γίνεται κι ένα πάρτυ εκτός. Εντάξει, αφού το επιτρέπουν οι κανονισμοί… Πήγα, λοιπόν, να πάρω ένα γλυκάκι, αυτά τα μικρούτσικα, της μπουκιάς. Μπροστά μου ήταν ένα αγοράκι, 6-7 χρόνων, και σκεφτόταν τι να διαλέξει. Με το που άπλωσε το χεράκι του και πήρε ένα σοκολατένιο γλειφιτζούρι, νιώθω μια σπρωξιά κι ακούω μια στριγγλιά: «Τι πήρες; Γιατί το πήρες; Δεν σου έχω πει να με ρωτάς πρώτα;» Το καημένο το μικρό, προσπάθησε ν’απολογηθεί, κοιτώντας ντροπιασμένο εμάς που αναγκαστικά παρακολουθούσαμε τη σκηνή. Η μαμά, αυστηρή κι ανένδοτη, είπε κάμποσα ακόμα επιπληκτικά και τελικά άφησε το παιδί να πάρει το ξυλάκι με το γλυκό. Σκέφτηκα μήπως το μικρό είχε κάποια πάθηση που του απαγορεύει τη ζάχαρη. Ακόμη χειρότερα τότε, δεν μιλάνε έτσι σ’ ένα παιδάκι με πρόβλημα. Απαράδεκτη η συμπεριφορά της μαμάς! Την κοίταξα καθώς απομακρυνόταν. Αδύνατη, σαν στέκα. Μήπως φοβόταν μην παχύνει το παιδί, τι να πω; Μα τόσο πολύ πια; Τέτοια ξινίλα, τόση προσβολή στο αγοράκι, για ένα γλειφιτζούρι!
  • Καταπίνω την οργή μου. Να μιλήσω δεν μου επιτρεπόταν. Έφαγα, όμως, δύο γλυκάκια, το ένα για το αγοράκι.
  • Χαιρετώ όλους εσάς, τους φίλους μου.
Follow us: