Με αρχαιολόγους, καθηγητές και φοιτητές εθελοντές από ελληνικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμιαυπό την καθοδήγηση του Β. Αραβαντινού

Περισσότεροι από 30 αρχαιολόγοι, καθηγητές και πολλοί φοιτητές εθελοντές από ελληνικά και άλλα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, όπως από το Κρατικό Παιδαγωγικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας και το Πανεπιστήμιο ΙΙ της Ρώμης, καθώς και το Πανεπιστήμιο του Γκρόνιγκεν, βρίσκονται και φέτος στην Θήβα, συνεχίζοντας τις ανασκαφές στην οδό Αντιγόνης, αποτελώντας την ομάδα του Βασίλη Αραβαντινού..

Μεγάλο μέρος των αρχαιολόγων, των φοιτητών, των συντηρητών και των εργατοτεχνιτών όμως, είναι από την Θήβα και την υπόλοιπη Βοιωτία

Να θυμίσουμε, πως στο κέντρο της Καδμείας πέρσι, η ανασκαφή συνεχίστηκε στο κεντρικό συγκρότημα του μυκηναϊκού ανακτόρου και μάλιστα, επεκτάθηκε σε όλο το  πλάτος του χώρου, αρχίζοντας από τα νότια όριά του και καλύπτοντας το μισό σχεδόν του συνολικού εμβαδού του..

Στο σημείο αυτό αποκαλύφθηκε και ερευνήθηκε μερικώς, τρίκλιτος ναός βυζαντινών χρόνων, με τρεις  αψίδες και τοιχογραφικό διάκοσμο, δείγματα του οποίου με τμήματα  παραστάσεων περισυλλέχθηκαν και συντηρήθηκαν.

Ο ναός, μετρίου μεγέθους,κτίστηκε με αρχαίο οικοδομικό υλικό και παρουσιάζει τρείς, διακριτές αρχιτεκτονικές φάσεις, από την πρώιμη βυζαντινή έως και την μεταβυζαντινή περίοδο .

Ο βυζαντινός ναός και οι γύρω καλυβίτες τάφοι, που εντοπίστηκαν εκτός και γύρω από τον ναό, σχετίζονται με άλλους παρόμοιους που ερευνήθηκαν  στην τομή, που έγινε το πρώτο έτος της ανασκαφής και δηλώνουν τον κοιμητηριακό χαρακτήρα του, τουλάχιστον σε κάποια φάση της λειτουργίας του.

Στη συνέχεια και βόρεια του ναού ερευνήθηκαν νέα τμήματα δωματίων που ανήκαν ίσως σε εργαστήρια, εμπορικά καταστήματα ή παραρτήματα του ήδη γνωστού  παλαιοχριστιανικού κτηριακού συγκροτήματος, με το οποίο σχετίζεται η περίτεχνη κρηνική κατασκευή με το εξαίρετο ψηφιδωτό δάπεδο με διακόσμηση δελφινιών, ψαριών, κοχυλιών και πτηνών,καθώς και αρκετά διάσπαρτα αρχιτεκτονική μέλη, δηλαδή κίονες, επίκρανα και βάσεις, μερικά  εκ των οποίων φέρουν χαραγμένο το σημείο του σταυρού. Τα κτίσματα και τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν την παρουσία στην Θήβα,ήδη από τον 4ο  μ.Χ. αιώνα, μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής, που διέθετε ίσως και βαπτιστήριο. Τα μνημεία αυτά  ιδρύθηκαν στο φυσικό κέντρο της Καδμείας, πάνω από την θέση του μυκηναϊκού ανακτόρου και άλλων σημαντικών κτηρίων των ιστορικών χρόνων, των οποίων χρησιμοποίησαν  το οικοδομικό υλικό.

Το συγκρότημα αυτό συνεχίζεται  κάτω από τα σημερινά κτήρια και συνδέεται ίσως και με διάφορα ψηφιδωτά δάπεδα,του τέλους του 4ου και των αρχών του 5ου μ.Χ. αιώνα,που έχουν κατά καιρούς αποκαλυφθεί στο κέντρο των Θηβών, αλλά αδιευκρίνιστη αραμένει η σχέση του κτηριακού συγκροτήματος με τον τρίκλιτο ναό (βασιλική), του οποίου πέρσι ερευνήθηκε τμήμα από το βόρειο κλίτος.

Η υπόθεση να διαδέχθηκε στη θέση αυτή κάποιο άλλο πρωτοχριστιανικό μνημείο, που καταστράφηκε από φυσικά ή ανθρωπογενή αίτια, φαίνεται προς το παρόν πολύ πιθανή.

Ανάμεσα στα ευρήματα της περσινής φετινής ανασκαφής  συγκαταλέγεται ένα χάλκινο υστερογεωμετρικό ειδώλιο ίππου, που βρέθηκε μάλιστα σε αποθέτη με χαρακτηριστική κεραμική των πρώιμων βυζαντινών χρόνων,και τμήμα, περίπου το ήμισυ,μαρμάρινου σηκώματος,δηλαδή μέτρου για τον αγορανομικό έλεγχο των μονάδων μέτρησης υγρών και στερεών προϊόντων, κυρίως ειδών διατροφής, που χρησιμοποιούσαν οι έμποροι της Θήβας στα ρωμαϊκά αυτοκρατορικά χρόνια, ενώ στην ίδια τομή βρέθηκε και χάλκινο νόμισμα του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου Σεβήρου(222-238 μ.Χ.).

Άξια μνείας είναι και Η επιτύμβια στήλη των κλασικών χρόνων,  κτισμένη σε τοίχο παλαιοχριστιανικού κτηρίου μαζί με πολλά άλλα αρχαία μέλη, πουη αναγράφει το όνομα του νεκρού στην ονομαστική Απολλόδωρος, και μεταφέρθηκε στην ακρόπολη προφανώς από αρχαίο , που βρισκόταν εκτός των τειχών της Καδμείας και του οχυρωματικού περιβόλου της πόλης.

Το 2017 ήταν το έτος έναρξης του δεύτερου πενταετούς προγράμματος ανασκαφικής έρευνας στο κέντρο των Θηβών με στόχο την αποκάλυψη περισσοτέρων διαμερισμάτων  του μυκηναϊκού ανακτορικού συγκροτήματος της πόλης και τελικό σκοπό τη δημοσίευση του υλικού των παλαιότερων σωστικών και των νέων συστηματικών ανασκαφών.

Σύμφωνα με τον κ. Αραβαντινό, “Αν και η περυσινή  ανασκαφή δεν προχώρησε σε βάθος κάτω από τα στρώματα της ύστερης αρχαιότητας, εντούτοις τα αποτελέσματά της υπήρξαν εξίσου σημαντικά με την ανακάλυψη νέων μνημείων, άγνωστων μέχρι τούδε αλλά σημαντικών για την ιστορία της κατοίκησης της Καδμείας στο λυκόφως της αρχαιότητας και στην αρχή των βυζαντινών χρόνων, και με την περαιτέρω αποκάλυψη των γνωστών από τα προηγούμενα χρόνια. Παράλληλα το 2017 δρομολογήθηκε και προχώρησε η οργάνωση, τεκμηρίωση και μελέτη των ευρημάτων των πέντε προηγούμενων ανασκαφικών περιόδων και οι εργασίες πεδίου επικεντρώθηκαν  στην  κατά πλάτος επέκταση της ανασκαφής σε όλο το νότιο μισό του χώρου με την διατήρηση αρχικά των τετράγωνων τομών (4X4μ.), που σταδιακά και πάντως πριν φθάσουν στο μεγάλο βάθος των μυκηναϊκών δαπέδων θα ενοποιούνται”.

Follow us: