Το ποπ κορν είναι ίσως το πιο διαδεδομένο συνοδευτικό κινηματογραφικής ταινίας.

Πρέπει κάποιος να είναι πολύ σταθερός χαρακτήρας για να αντισταθεί στην μυρωδιά του φρεσκοψημένου ποπ κορν, όταν επισκέπτεται το cinema!

Οι κινηματογραφικές αίθουσες δεν κατακλύζονταν ωστόσο πάντα -από τη χαρακτηριστική πλέον- μυρωδιά του.

Η ιστορία του είναι μεγάλη, όμως η σχέση του με τις ταινίες ξεκίνησε στο πλαίσιο της προσπάθειας, που έγινε κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, να διασωθεί ο νεοσύστατος τότε κλάδος του κινηματογράφου, αναφέρει δημοσίευμα του διαδικτυακού περιοδικού smithsonianmag.com.

Η ονομασία «pop corn» προέρχεται από τους διογκωμένους πυρήνες του καλαμποκιού (puffed kernels of corn) όταν θερμαίνονται.

Πριν από 8.000 χρόνια περίπου, οι άνθρωποι έπαιρναν το καλαμπόκι από ένα άγριο χόρτο (teosinte), που δεν έμοιαζε και πολύ με το καλαμπόκι, όπως το γνωρίζουμε σήμερα.

Στο πέρασμα των χρόνων και μέσω των ταξιδιών και του εμπορίου συναντάμε και νέες ποικιλίες καλαμποκιού, οι οποίες “βρήκαν τη θέση τους” στη βόρεια Αμερική.

Και κάπως έτσι η φήμη του αρχίζει να εξαπλώνεται παντού.

Μέχρι το 1848, το ποπ κορν, είχε συμπεριληφθεί ως έννοια στο λεξικό Dictionary of Americanisms και είχε αρχίσει να κατακλύζει χώρους ψυχαγωγίας, όπως τα τσίρκο και τα διάφορα πανηγύρια. Οι  άνθρωποι εξάλλου  έβρισκαν ιδιαίτερα χαριτωμένο και διασκεδαστικό τον τρόπο που «έσκαγε» το καλαμπόκι.

Ένας από τους λόγους για τους οποίους ήταν τόσο επιτυχημένο ήταν η ευκολία στη μεταφορά του. Το 1885 κυκλοφόρησε η πρώτη «μηχανή παρασκευής ποπ κορν», την οποία εφηύρε ο Charles Cretor.

Οι κινηματογραφικές αίθουσες όμως αντιγράφουν τα θέατρα. Δε θέλουν να “εντάξουν” το ποπ κορν στην ομάδα τους, καθώς τα λευκά “σποράκια” θα λερώσουν τα ακριβά χαλιά και τις όμορφες μοκέτες τους. Επίσης το κοινό που απευθύνονταν οι κινηματογράφοι ήταν υψηλά διανοούμενα άτομα και ο ήχος του τραγανού σνακ θα προσέβαλε την αισθητική της “καλής κοινωνίας”.

Όταν όμως οι ταινίες απέκτησαν ήχο το 1927, η βιομηχανία του κινηματογράφου ανοίχτηκε σε ένα πιο ευρύ κοινό, καθώς η παιδεία δεν ήταν απαραίτητη προϋπόθεση πια για να παρακολουθήσει κανείς μια ταινία . Μέχρι το 1930 κάθε εβδομάδα 90 εκατ. άνθρωποι παρακολουθούσαν ταινίες στις κινηματογραφικές αίθουσες. Το τεράστιο αυτό κοινό δημιουργούσε μεγάλες ευκαιρίες για επιπλέον κέρδη, ωστόσο οι ιδιοκτήτες τους εξακολουθούσαν να είναι διστακτικοί ως προς την καθιέρωση των σνακ μέσα στα θέατρά τους.

Η Μεγάλη Ύφεση, όμως  ήταν η κατάλληλη «ευκαιρία» τόσο για τον κινηματογράφο όσο και για το… ποπ κορν να ξεκινήσουν την «συνεργασία» τους.

Το κοινό πήγαινε στις κινηματογραφικές αίθουσες, όπου μπορούσε να ψυχαγωγηθεί φτηνά. Το ποπ κορν που στοίχιζε από 5 έως 10 σεντς ήταν μια «πολυτέλεια» που οι περισσότεροι μπορούσαν να αντέξουν. Ταυτόχρονα ήταν  και η ευκαιρία για τους μικροπωλητές να αγοράσουν  τις δικές τους αυτόματες μηχανές και να αρχίσουν να πωλούν ποπ κορν έξω από τις κινηματογραφικές αίθουσες.

Τελικά, οι ιδιοκτήτες των κινηματογράφων συνειδητοποίησαν ότι μπορούσαν να αποκομίσουν μεγαλύτερο όφελος αν το πωλούσαν και οι ίδιοι. Πολλοί μάλιστα σώθηκαν χάρη σε αυτήν την αλλαγή από την οικονομική κρίση.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος σταθεροποίησε ακόμη περισσότερο αυτό το «γάμο» μεταξύ του ποπ κορν και των κινηματογράφων, καθώς τα «ανταγωνιστικά» σνακ όπως οι καραμέλες και τα αναψυκτικά αντιμετώπιζαν προβλήματα από την έλλειψη ζάχαρης.

Μέχρι το 1945 πάνω από τη μισή ποσότητα ποπ κορν που καταναλωνόταν στις ΗΠΑ, γινόταν μέσα στις κινηματογραφικές αίθουσες και άρχισαν να δημιουργούνται και τα πρώτα διαφημιστικά σποτ.

1960 και στα σπίτια αρχίζει και μπαίνει η τηλεόραση. Οι πωλήσεις στα ποπ κορν πέφτουν και οι άνθρωποι δεν έχουν συνηθίσει να τρώνε το σνακ μέσα στο σπίτι.

Και τότε βγαίνει ένα προϊόν, που λύνει τα χέρια της νοικοκυράς

Το 1970 βγαίνουν και οι φούρνοι μικροκυμάτων και πλέον όλοι απολαμβάνουν τα αγαπημένα τους ποπ κορν!

Ωστόσο, εγώ ακόμα λατρεύω να κάνω χρατς χρατς στο αυτί του διπλανού μου !

πηγή: newbeast.gr

Επιμέλεια κειμένου: Β. Κουτς

 

 

 

Follow us: